Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δείξει τις προθέσεις της στην οικονομική πολιτική και στις σχέσεις με την Ε.Ε. Προσπαθεί να συνεχίσει την «ρεαλιστική» πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης για να μην διακοπεί η χρηματοδότηση της Ελληνικής οικονομίας από την Ε.Ε. Στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει ασφαλώς πολυφωνία και διαφορετικές απόψεις, πράγμα που είναι κατ’ αρχήν θετικό. Αλλά οι διαφορετικές φωνές δεν έχουν μια κοινή πλατφόρμα βασισμένη σ’ ένα μεταβατικό πρόγραμμα γιατί δεν έχουν σαν προοπτική τον σοσιαλισμό αλλά μια βοναπαρτιστική ατζέντα ταξικής συνεργασίας. Η έλλειψη ενός μεταβατικού προγράμματος που θα μπορούσε να συσπειρώσει την εργατική τάξη είναι σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, αυτή που έχει την βαρύνουσα σημασία.
Δεν λείπει η σημειολογία, όπως πχ η κοοπτάτσια με την επιλογή του Βαρουφάκη και η συμμετοχή σε μια στρατιωτική παρέλαση για την 25η Μαρτίου. Οι ρυθμίσεις για τα ιδιωτικά χρέη είναι ανεπαρκείς σε ό,τι αφορά τα φτωχά νοικοκυριά. Οι τιμές δεν ελέγχονται και δεν πρόκειται να ελεγχθούν παρά τις παλινωδίες στο θέμα των τιμών της ΔΕΗ. Δεν λείπουν οι προσωπικές αντιπαραθέσεις και η έλλειψη μιας ενιαίας γραμμής γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ φαινομενικά δεν ξέρει που θέλει να πάει. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει μια βολική συμφωνία με τις Βρυξέλλες, που θα διατηρεί την χώρα μέσα στην ευρωζώνη, γιατί αυτή είναι η επιλογή της κυρίαρχης τάξης. Δεν έχει προχωρήσει σε μέτρα που θα αποτελούν την απαρχή μιας σοσιαλιστικής προοπτικής όπως οι κρατικοποιήσεις και κυρίως ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος. Όσο το τραπεζικό σύστημα παραμένει ανεξέλεγκτο και στα χέρια των καπιταλιστών, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά εναλλακτική πολιτική και οικονομική γραμμή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί καν ν’ ακολουθήσει το παράδειγμα της Ισλανδίας στο ζήτημα του νομίσματος, του χρέους και του τραπεζικού συστήματος. Όποιος, επομένως, περιμένει μια εναλλακτική «αριστερή πολιτική» είναι βαθειά γελασμένος. Κυβερνώντας μαζί μ’ ένα κόμμα της άκρας δεξιάς παρέχει μια ενδιαφέρουσα σημειολογία που στέλνει μηνύματα σε πολλές κατευθύνσεις. Αν δεν βαθύνει η αντίθεση ανάμεσα στις προεκλογικές υποσχέσεις και την τρέχουσα πραγματικότητα η κατάσταση είναι αδιέξοδη και διέξοδο μπορεί να δώσει μόνο η έξοδος της εργατικής τάξης και ευρύτερων μαζών στο προσκήνιο.
Αν το Ευρωπαϊκό κίνημα της εργατικής τάξης δεν δώσει σήμερα την αποφασιστική της ενίσχυση στην Ελληνική εργατική τάξη τα περιθώρια στενεύουν δραματικά. Απ’ την σκοπιά της Ευρωπαϊκής επανάστασης ο έλεγχος της κατάστασης περνά σήμερα μέσα απ’ το κίνημα της Γερμανικής και της Ισπανικής εργατικής τάξης μαζί με τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Όσο οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν είναι διατεθειμένα να κάνουν την παραμικρή παραχώρηση, ο ΣΥΡΙΖΑ θ’ αναγκασθεί είτε να πάει προς τα δεξιά και να συμβιβασθεί είτε να πάει προς τ’ αριστερά και να επιλέξει την σύγκρουση με την ευρωζώνη.
Όσο το τραπεζικό σύστημα παραμένει στα χέρια μιας μικρής ομάδας κερδοσκόπων η κατεύθυνση της ρήξης είναι αδύνατη, εφόσον δουλεύει σε αγαστή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τους «θεσμούς» του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Το αίτημα για κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος κάτω από εργατικό έλεγχο και κεντρικό σχεδιασμό σε σχέση με τις ανάγκες της οικονομίας, είναι το πιο προχωρημένο μεταβατικό αίτημα της περιόδου. Χωρίς το αίτημα αυτό μαζί με την διασφάλιση των μικροκαταθετών και την ρύθμιση των χρεών τους, δεν μπορεί να γίνει κανένα πραγματικό βήμα προς την κατεύθυνση του να κερδίσει κανείς τις ευρύτερες μάζες που εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση με τον κεντρικό σχεδιασμό της βιομηχανίας και της μεγάλης γεωργικής παραγωγής, κάτω από εργατικό έλεγχο, η μείωση της ανεργίας και η αποκατάσταση των μισθών και του βιοτικού επιπέδου, αποτελούν τους άλλους δυο θεμελιώδεις πυλώνες του μεταβατικού προγράμματος προς μια σοσιαλιστική ανατροπή. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο για την εργατική τάξη ότι η ΕΕ δεν έχει καμιά διάθεση να διασώσει την Ελληνική οικονομία αλλά μόνο τα όργανα πολιτικής που έχει στην Ελλάδα, δηλαδή τις τράπεζες. Η πρόθεση της ΕΕ και της ΕΚΤ είναι απλώς να δανείζει την Ελλάδα για να ξεπληρώνει τα δάνειά της προς το τραπεζικό σύστημα των ιμπεριαλιστών. Το βιοτικό επίπεδο, η ανεργία και η δυσπραγία τις αφήνουν αδιάφορες. Θέλουν «μέτρα» σ’ αυτή την κατεύθυνση και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σταδιακά, θα τα βρίσκει. Ο πλεονασματικός προϋπολογισμός, για παράδειγμα, δεν είναι παρά η άλλη πλευρά της δυσπραγίας στην Ελληνική οικονομία: Οριζόντια φορολογία σε βάρος των εργαζομένων με σκοπό ν’ ανταποκρίνεται η οικονομία στις βραχυπρόθεσμες «υποχρεώσεις» της προς τους δανειστές. Αλλά ακόμα κι’ αν οι βραχυπρόθεσμες «υποχρεώσεις» εξυπηρετούνται, το χρέος δεν γίνεται βιώσιμο. Ίσα ίσα που γίνεται μεγαλύτερο με τα νέα δάνεια και την παραπέρα ύφεση και μείωση του ΑΕΠ.
Οι στόχοι της αστικής τάξης και της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων είναι εντελώς διαφορετικοί. Η αστική τάξη, με άξονα το τραπεζικό σύστημα, θέλει την διάλυση της οικονομίας με την ομαλή εξυπηρέτηση των χρεών. Οι εργαζόμενοι θέλουν αξιοπρεπείς μισθούς και μείωση της ανεργίας. Είναι σαφές πόσο επίκαιρο είναι το μεταβατικό αίτημα για κυλιόμενη κλίμακα μισθών-τιμών αλλά και κυλιόμενη κλίμακα ωρών ώστε να δουλεύουν όλοι. Τα μεταβατικά αιτήματα πρέπει αν γίνουν ξεκάθαρα και να κατανοηθούν απ’ την εργατική πρωτοπορία. Σαν σύνολο η εργατική τάξη μπορεί να έχει δεχθεί ήττες τα τελευταία 5 χρόνια αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί ν’ ανακάμψει γρήγορα και να επιβάλλει τα αιτήματά της στον ΣΥΡΙΖΑ. Τα αιτήματα αυτά είναι πολύ πιο προωθημένα από τα αιτήματα της αριστερής πτέρυγας στον ΣΥΡΙΖΑ και θα οδηγήσουν την εργατική πρωτοπορία είτε να σπάσει τις σχέσεις μαζί του και να οργανωθεί σε ένα νέο κόμμα είτε να συνεχίσει στην ίδια γραμμή και, φυσικά, να υποστεί ακόμη περισσότερες ήττες.
Περισσότερο σήμερα από ποτέ, ο διεθνής χαρακτήρας του αγώνα της Ελληνικής εργατικής τάξης γίνεται προφανής. Σε μια μόνη χώρα, ο αγώνας αυτός δεν μπορεί να έχει πιθανότητα επιτυχίας αν δεν συντονισθεί με τους αγώνες της εργατικής τάξης στο Ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα κόμματα της Γερμανικής και Ισπανικής αριστεράς θα μπορούσαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο αν ο σκοπός τους δεν ήταν να στηρίξουν τις δικές τους αστικές τάξεις παρά να οδηγήσουν σε ρήξη και να οργανώσουν την εργατική πρωτοπορία των χωρών τους στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής ανατροπής. Γι’ αυτό και ο διεθνής συντονισμός του αγώνα της Ελληνικής εργατικής τάξης είναι σήμερα πιο επίκαιρος και πιο αναγκαίος παρά ποτέ.
Τα καθήκοντά μας είναι η απόκτηση της εμπιστοσύνης της εργατικής πρωτοπορίας στο μεταβατικό πρόγραμμα και ένα Ευρωπαϊκό κόμμα της εργατικής πρωτοπορίας, πάνω σ’ αυτή την βάση. Το χτίσιμο αυτού του κόμματος έχει σήμερα την μεγαλύτερη προτεραιότητα από την σκοπιά των συμφερόντων της παγκόσμιας επανάστασης, όπως είναι ο σκοπός της 4ης Διεθνούς. Μ’ άλλα λόγια, ο σκοπός μας δεν μπορεί να είναι μόνο η κινητοποίηση της Ελληνικής αλλά της Ευρωπαϊκής εργατικής τάξης. Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν οι συνθήκες είναι ώριμες αλλά αν η εργατική πρωτοπορία είναι ώριμη για μια τέτοια πρωτοβουλία.
Δεν λείπει η σημειολογία, όπως πχ η κοοπτάτσια με την επιλογή του Βαρουφάκη και η συμμετοχή σε μια στρατιωτική παρέλαση για την 25η Μαρτίου. Οι ρυθμίσεις για τα ιδιωτικά χρέη είναι ανεπαρκείς σε ό,τι αφορά τα φτωχά νοικοκυριά. Οι τιμές δεν ελέγχονται και δεν πρόκειται να ελεγχθούν παρά τις παλινωδίες στο θέμα των τιμών της ΔΕΗ. Δεν λείπουν οι προσωπικές αντιπαραθέσεις και η έλλειψη μιας ενιαίας γραμμής γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ φαινομενικά δεν ξέρει που θέλει να πάει. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει μια βολική συμφωνία με τις Βρυξέλλες, που θα διατηρεί την χώρα μέσα στην ευρωζώνη, γιατί αυτή είναι η επιλογή της κυρίαρχης τάξης. Δεν έχει προχωρήσει σε μέτρα που θα αποτελούν την απαρχή μιας σοσιαλιστικής προοπτικής όπως οι κρατικοποιήσεις και κυρίως ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος. Όσο το τραπεζικό σύστημα παραμένει ανεξέλεγκτο και στα χέρια των καπιταλιστών, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά εναλλακτική πολιτική και οικονομική γραμμή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί καν ν’ ακολουθήσει το παράδειγμα της Ισλανδίας στο ζήτημα του νομίσματος, του χρέους και του τραπεζικού συστήματος. Όποιος, επομένως, περιμένει μια εναλλακτική «αριστερή πολιτική» είναι βαθειά γελασμένος. Κυβερνώντας μαζί μ’ ένα κόμμα της άκρας δεξιάς παρέχει μια ενδιαφέρουσα σημειολογία που στέλνει μηνύματα σε πολλές κατευθύνσεις. Αν δεν βαθύνει η αντίθεση ανάμεσα στις προεκλογικές υποσχέσεις και την τρέχουσα πραγματικότητα η κατάσταση είναι αδιέξοδη και διέξοδο μπορεί να δώσει μόνο η έξοδος της εργατικής τάξης και ευρύτερων μαζών στο προσκήνιο.
Αν το Ευρωπαϊκό κίνημα της εργατικής τάξης δεν δώσει σήμερα την αποφασιστική της ενίσχυση στην Ελληνική εργατική τάξη τα περιθώρια στενεύουν δραματικά. Απ’ την σκοπιά της Ευρωπαϊκής επανάστασης ο έλεγχος της κατάστασης περνά σήμερα μέσα απ’ το κίνημα της Γερμανικής και της Ισπανικής εργατικής τάξης μαζί με τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Όσο οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν είναι διατεθειμένα να κάνουν την παραμικρή παραχώρηση, ο ΣΥΡΙΖΑ θ’ αναγκασθεί είτε να πάει προς τα δεξιά και να συμβιβασθεί είτε να πάει προς τ’ αριστερά και να επιλέξει την σύγκρουση με την ευρωζώνη.
Όσο το τραπεζικό σύστημα παραμένει στα χέρια μιας μικρής ομάδας κερδοσκόπων η κατεύθυνση της ρήξης είναι αδύνατη, εφόσον δουλεύει σε αγαστή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τους «θεσμούς» του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Το αίτημα για κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος κάτω από εργατικό έλεγχο και κεντρικό σχεδιασμό σε σχέση με τις ανάγκες της οικονομίας, είναι το πιο προχωρημένο μεταβατικό αίτημα της περιόδου. Χωρίς το αίτημα αυτό μαζί με την διασφάλιση των μικροκαταθετών και την ρύθμιση των χρεών τους, δεν μπορεί να γίνει κανένα πραγματικό βήμα προς την κατεύθυνση του να κερδίσει κανείς τις ευρύτερες μάζες που εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση με τον κεντρικό σχεδιασμό της βιομηχανίας και της μεγάλης γεωργικής παραγωγής, κάτω από εργατικό έλεγχο, η μείωση της ανεργίας και η αποκατάσταση των μισθών και του βιοτικού επιπέδου, αποτελούν τους άλλους δυο θεμελιώδεις πυλώνες του μεταβατικού προγράμματος προς μια σοσιαλιστική ανατροπή. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο για την εργατική τάξη ότι η ΕΕ δεν έχει καμιά διάθεση να διασώσει την Ελληνική οικονομία αλλά μόνο τα όργανα πολιτικής που έχει στην Ελλάδα, δηλαδή τις τράπεζες. Η πρόθεση της ΕΕ και της ΕΚΤ είναι απλώς να δανείζει την Ελλάδα για να ξεπληρώνει τα δάνειά της προς το τραπεζικό σύστημα των ιμπεριαλιστών. Το βιοτικό επίπεδο, η ανεργία και η δυσπραγία τις αφήνουν αδιάφορες. Θέλουν «μέτρα» σ’ αυτή την κατεύθυνση και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σταδιακά, θα τα βρίσκει. Ο πλεονασματικός προϋπολογισμός, για παράδειγμα, δεν είναι παρά η άλλη πλευρά της δυσπραγίας στην Ελληνική οικονομία: Οριζόντια φορολογία σε βάρος των εργαζομένων με σκοπό ν’ ανταποκρίνεται η οικονομία στις βραχυπρόθεσμες «υποχρεώσεις» της προς τους δανειστές. Αλλά ακόμα κι’ αν οι βραχυπρόθεσμες «υποχρεώσεις» εξυπηρετούνται, το χρέος δεν γίνεται βιώσιμο. Ίσα ίσα που γίνεται μεγαλύτερο με τα νέα δάνεια και την παραπέρα ύφεση και μείωση του ΑΕΠ.
Οι στόχοι της αστικής τάξης και της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων είναι εντελώς διαφορετικοί. Η αστική τάξη, με άξονα το τραπεζικό σύστημα, θέλει την διάλυση της οικονομίας με την ομαλή εξυπηρέτηση των χρεών. Οι εργαζόμενοι θέλουν αξιοπρεπείς μισθούς και μείωση της ανεργίας. Είναι σαφές πόσο επίκαιρο είναι το μεταβατικό αίτημα για κυλιόμενη κλίμακα μισθών-τιμών αλλά και κυλιόμενη κλίμακα ωρών ώστε να δουλεύουν όλοι. Τα μεταβατικά αιτήματα πρέπει αν γίνουν ξεκάθαρα και να κατανοηθούν απ’ την εργατική πρωτοπορία. Σαν σύνολο η εργατική τάξη μπορεί να έχει δεχθεί ήττες τα τελευταία 5 χρόνια αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί ν’ ανακάμψει γρήγορα και να επιβάλλει τα αιτήματά της στον ΣΥΡΙΖΑ. Τα αιτήματα αυτά είναι πολύ πιο προωθημένα από τα αιτήματα της αριστερής πτέρυγας στον ΣΥΡΙΖΑ και θα οδηγήσουν την εργατική πρωτοπορία είτε να σπάσει τις σχέσεις μαζί του και να οργανωθεί σε ένα νέο κόμμα είτε να συνεχίσει στην ίδια γραμμή και, φυσικά, να υποστεί ακόμη περισσότερες ήττες.
Περισσότερο σήμερα από ποτέ, ο διεθνής χαρακτήρας του αγώνα της Ελληνικής εργατικής τάξης γίνεται προφανής. Σε μια μόνη χώρα, ο αγώνας αυτός δεν μπορεί να έχει πιθανότητα επιτυχίας αν δεν συντονισθεί με τους αγώνες της εργατικής τάξης στο Ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα κόμματα της Γερμανικής και Ισπανικής αριστεράς θα μπορούσαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο αν ο σκοπός τους δεν ήταν να στηρίξουν τις δικές τους αστικές τάξεις παρά να οδηγήσουν σε ρήξη και να οργανώσουν την εργατική πρωτοπορία των χωρών τους στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής ανατροπής. Γι’ αυτό και ο διεθνής συντονισμός του αγώνα της Ελληνικής εργατικής τάξης είναι σήμερα πιο επίκαιρος και πιο αναγκαίος παρά ποτέ.
Τα καθήκοντά μας είναι η απόκτηση της εμπιστοσύνης της εργατικής πρωτοπορίας στο μεταβατικό πρόγραμμα και ένα Ευρωπαϊκό κόμμα της εργατικής πρωτοπορίας, πάνω σ’ αυτή την βάση. Το χτίσιμο αυτού του κόμματος έχει σήμερα την μεγαλύτερη προτεραιότητα από την σκοπιά των συμφερόντων της παγκόσμιας επανάστασης, όπως είναι ο σκοπός της 4ης Διεθνούς. Μ’ άλλα λόγια, ο σκοπός μας δεν μπορεί να είναι μόνο η κινητοποίηση της Ελληνικής αλλά της Ευρωπαϊκής εργατικής τάξης. Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν οι συνθήκες είναι ώριμες αλλά αν η εργατική πρωτοπορία είναι ώριμη για μια τέτοια πρωτοβουλία.